top of page
katapliktika

2. Κ. Γ. Καρυωτάκης

Ναι, όντως διάλεξα τον Καρυωτάκη.

Μπορεί να φαίνεται πολύ απλή επιλογή, διότι ο Καρυωτάκης είναι ένας ιδιαίτερα αναγνωρισμένος ποιητής και λίγο πολύ όλ@ μας ξέρουμε 1-2 ποιήματα του, δεν παύει όμως να είναι ένας από τους αγαπημένους μου. Η απλότητα με την οποία μιλάει για τον θάνατο, συγκεκριμένα για την αυτοκτονία, σαν να είναι ένα τόσο δα μικρό συμβάν με αφήνει άναυδη.

Ο λόγος που διάλεξα να διαβάσω ένα βιβλίο με ποιήματα του είναι γιατί σήμερα μου ήρθε στο μυαλό η Πρέβεζα του Καρυωτάκη.

Συνειδητοποίησα, λοιπόν, ότι όλ@ μας έχουμε μέσα μας μια Πρέβεζα.

Ένα μέρος, δηλαδή, στο οποίο νιώθουμε ότι δεν μπορούμε να αντέξουμε ούτε μία μέρα παραπάνω. Δεν έχει καμία σημασία τι μπόρεσε να σου προσφέρει αυτό το μέρος, το θέμα είναι τι δεν μπόρεσε να σου προσφέρει. Ίσως η δική σου Πρέβεζα να μην είναι ένα μέρος, να είναι ένας άνθρωπος.

Η αντιπάθεια μου προς την δική μου Πρέβεζα, βασίζεται στην ανεπάρκεια της να με κάνει να νιώσω πλήρης.

Αγαπημένα μου ποιήματα:

1. Ιδανικοί Αυτόχειρες

Γυρίζουν τὸ κλειδὶ στὴν πόρτα, παίρνουν τὰ παλιὰ, φυλαγμένα γράμματά τους, διαβάζουν ἥσυχα, κ’ ἔπειτα σέρνουν γιὰ τελευταία φορὰ τὰ βήματά τους.

Ἤταν ἡ ζωή τους, λένε, τραγωδία. Θεέ μου, τὸ φριχτὸ γέλιο τῶν ἀνθρώπων, τὰ δάκρυα, ὁ ἱδρώς, ἡ νοσταλγία τῶν οὐρανῶν, ἡ ἐρημία τῶν τόπων.

Στέκονται στὸ παράθυρο, κοιτᾶνε τὰ δέντρα, τὰ παιδιά, πέρα τὴ φύση, τοὺς μαρμαράδες ποὺ σφυροκοπᾶνε, τὸν ἥλιο ποὺ γιὰ πάντα θέλει δύσει.

Ὅλα τελείωσαν. Τὸ σημείωμα νάτο, σύντομο, ἁπλό, βαθύ, καθὼς ταιριάζει, ἀδιαφορία, συγχώρηση γεμᾶτο γιὰ κεῖνον ποὺ θὰ κλαίη καὶ θὰ διαβάζη.

Βλέπουν τὸν καθρέφτη, βλέπουν τὴν ὥρα, ρωτοῦν ἂν εἶναι τρέλα τάχα ἢ λάθος, «ὅλα τελείωσαν, ψιθυρίζουν, τώρα», πὼς θ’ ἀναβάλουν βέβαιοι κατὰ βάθος.

2. Χαμόγελο

Χωρίς να το μάθει ποτέ, εδάκρυσε, ίσως γιατί έπρεπε να δακρύσει, ίσως γιατί οι συφορές έρχονται.

Απόψε είναι σαν όνειρο το δείλι·

απόψε η λαγκαδιά στα μάγια μένει.

Δε βρέχει πια. Κι η κόρη αποσταμένη

στο μουσκεμένο ξάπλωσε τριφύλλι.

Σα δυο κεράσια χώρισαν τα χείλη·

κι έτσι βαθιά, γιομάτα ως ανασαίνει,

στο στήθος της ανεβοκατεβαίνει

το πλέον αδρό τριαντάφυλλο τ’ Απρίλη.

Ξεφεύγουνε απ’ το σύννεφον αχτίδες

10 και κρύβονται στα μάτια της· τη βρέχει

μια λεμονιά με δυο δροσοσταλίδες

που στάθηκαν στο μάγουλο διαμάντια

και που θαρρείς το δάκρυ της πως τρέχει

καθώς χαμογελάει στον ήλιο αγνάντια.

3. Εμβατήριο πένθιμο και κατακόρυφο

Στὸ ταβάνι βλέπω τοὺς γύψους. Μαίανδροι στὸ χορό τους μὲ τραβᾶνε.

Ἡ εὐτυχία μου, σκέπτομαι, θἆ ναι ζήτημα ὕψους.

Σύμβολα ζωῆς ὑπερτέρας, ρόδα ἀναλλοίωτα, μετουσιωμένα, λευκὲς ἄκανθες ὁλόγυρα σ’ ἕνα Ἀμάλθειο κέρας.

(Ταπεινὴ τέχνη χωρὶς ὕφος, πόσο ἀργὰ δέχομαι τὸ δίδαγμά σου!) Ὄνειρο ἀνάγλυφο, θἀρθῶ κοντά σου κατακορύφως.

Οἱ ὁρίζοντες θὰ μ’ ἔχουν πνίξει. Σ’ ὅλα τὰ κλίματα, σ’ ὅλα τὰ πλάτη, ἀγῶνες γιὰ τὸ ψωμὶ καὶ τὸ ἁλάτι, ἔρωτες, πλήξη.

Ἄ! πρέπει τώρα νὰ φορέσω τὡραῖο ἐκεῖνο γύψινο στεφάνι. Ἔτσι, μὲ πλαίσιο γύρω τὸ ταβάνι, πολὺ θ’ ἀρέσω.

377 views0 comments

Comments


Post: Blog2_Post
bottom of page